Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Προς αυτούς που με προέτρεψαν

Σφίγγαμε κάθε μέρα τα χείλη μας και ξυπνούσαμε πολύ πρωί, αλλά ποτέ δε βλέπαμε τον ήλιο... Φοβάμαι να γράψω πια... Μήπως και γίνουν στ' αλήθεια αυτά που θα πω. Φοβάμαι το μέλλον και την πραγματικότητά μας. Φοβάμαι ότι η πραγματικότητα θα μας προσπεράσει και μεις, κουρασμένοι, βαριοί, λαχανιασμένοι, με κύκλους κάτω από τα μαύρα μάτια μας, θα τρέχουμε να αρπάξουμε το τελευταίο βαγόνι του τραίνου, να προσπαθούμε να πιάσουμε το σιδερένιο κάγκελο και είτε να αφεθούμε να συρθούμε πάνω στις πέτρες και τις σιδηρογραμμές, είτε με την τελευταία μας πνοή να μας απειλεί, να προσπαθήσουμε να τραβηχτούμε πάνω στο τραίνο, σα λαθρεπιβάτες στην ίδια μας τη ζωή.

Και μετά... " Όλα θα πάνε καλύτερα...". Πώς αλλιώς μπορούν να πάνε εξάλλου; (surprize me {not}!)

Έχουμε βέβαια πάντα και την άλλη λύση κρεμασμένη στο λαιμό μας, σε μορφή φιαλιδίου με υδροκυάνιο. Την αγγίζουμε με τα δάχτυλά μας και φλερτάρουμε μαζί της. Αυτή την άλλη λύση... αυτή που καιγόμαστε με την φωτιά που ανάβουμε. Την φωτιά που είχαμε μέσα μας τόσο καιρό και της πετούσαμε ποτά, τραγούδια και αναμνήσεις για να την θέσουμε υπό έλεγχο.

Και... νοιώθω την ανάγκη να δηλώσω ότι είχαμε κάθε καλή πρόθεση... Αλήθεια! Είχαμε κάθε καλή πρόθεση να αγαπήσουμε τους ανθρώπους. Αλλά... αυτά τα ψεύτικα χαμόγελα, τα αμφίβολα βλέμματα, αυτά τα χάρτινα μάτια που μας κρατούσαν σε απόσταση και... τα ψεύτικα βλέφαρα, το έκαναν τόσο δύσκολο. Σας παρακαλώ όμως, να το θυμάστε προς υπεράσπισή μας! Είχαμε κάθε καλή πρόθεση! Θέλαμε το μέλλον να γεννήσει κάτι καλό για εμάς. Τώρα ο μόνος τρόπος είναι να το βιάσουμε...