Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

14/2 (Έξοδος πριν την Καθαρά Δευτέρα)


Για τα πάντα υπάρχει πρώτη φορά. Ακόμα προσπαθώ να κοιτάξω τ'αστέρια αλλά είμαι τόσο μόνος που δε βλέπω τίποτα. Μπήκες και συ πριν μερικές μέρες. Θα'ρθεις άραγε και έσυ στην Κύπρο; Δεν πήρες καν το κινητό μαζί σου...
Πηγαίνω και κάθομαι στα "καλά καθούμενα". Το μαγαζί γεμάτο ζωγραφιές στους τοίχους του 1ου ορόφου. Συνθήματα, ονόματα, εικόνες...παράξενες, διαφορετικές , με διάχυτο το φοιτητικό άρωμα από τις νεαρές μας ανησυχίες και ανασφάλειες. Οι τοίχοι γράφουν: "Σκατά σε όλους" "Ήταν 15 ετών" "Εγώ θα φλέγομαι, θ'ανθίζω, θ'ανατέλω...".
Ο μαγαζάτορας μάλλον με θυμάται...Έκατσα στον πάνω όροφο που δεν έχει σχεδόν καθόλου κόσμο. Μόνο ένας άλλος κάθετε με το lap top του. Δεν δίνουμε σημασία ο ένας στον άλλο...και κοιτάζω τους τοίχους... που είναι παντού γραμμένοι, παντού ζωγραφιές και συνθήματα και ονόματα και εικόνες που θυμίζουν οργή και... κάτι ανεκπλήρωτο...κάτι τόσο κοινό που μπορούμε σχεδόν να το μυρίσουμε στην ατμόσφαιρα, να το ψηλαφίσουμε με την ματιά μας...
"Άραγε θα θυμάται κάποιος τ'ονομά μας; Της ζωής μας τα εξαίσια φεγγάρια;" Άραγε... Μόνοι μας καθισμένοι στο στο ξύλινο τραπέζι της ζωής, να ακούμε τα τραγούδια μιας άλλης εποχής. ξεχασμένης, που δεν ξέρουμε αν υπήρξε τελικά ή αν την φανταστήκαμε εμείς και την ωραιοποιήσαμε για να έχει αυτή την γλυκιά γεύση και αυτή την χρυσαφένια απόχρωση της νοσταλγίας.
Πίνουμε μόνοι μας...Πάνω στο ξύλινο τραπέζι έχουμε ένα μπουκάλι ζιβανία και μια Coca-Cola (yeah...!!) και προσπαθούμε να μεθύσουμε με την μοναξιά μας πρώτα και μετά με το παγωμένο οινόπνευμα του μπουκαλιού. ...Και με πήρες τηλέφωνο και μέθυσα αμέσως από αγάπη και νοσταλγία. Μου'λεγες πώς περνάς ...και σ'αγαπάω τόσο πολύ... Μου λείπεις τόσο πολύ, που θέλω να φωνάξω...ακούω την φωνή σου και νοιώθω ζωντανός...Δεν έχει σημασία τι μου λές, εγώ μεθάω από αγάπη, από νοσταλγία, από μαγεία, από προσμονή, από ΑΓΆΠΗ από γαμημένη προσμονή... για την γαμημένη την πατρίδα μας!!ΣΚΑΤΑ στο τάφο της πατρίδας μας!!....
....Μου λές για τον πατέρα σου που πάει και τα πίνει: Γυρνάει κάθε μέρα μεθυσμένος μου λές και γω πίνω μια γερή γουλιά ζιβανία...ακόμα να νιώσω ανάλαφρος σαν χαρταετός που πετάει στον καθαρό ουρανό της καθαρά Δευτέρας, στον καθαρό ουρανό του αύριο με τα διπλά ουράνια τόξα που έβλεπα μετά την βροχή στον γαμημένο ουρανό της Κύπρου μετά την γαμημένη βροχή που κράτησε 5 γαμημένες μέρες.
Και κοιτάζω τους τοίχους...αρχίζουν να στροβιλίζονται.. Εστιάζω με δυσκολία και διαβάζω: "Παράνοια" "Dazed+ Confused/NENA" και νοιώθω τόσο μόνος όσο ποτέ, τόσο αδιάφορος για τον κόσμο γύρο μου... που πράγματι έχει καλύτερα πράγματα να κάνει απ'το να ασχολείται μαζί μου. Λέω "εις υγείαν" στον εαυτό μου και πίνω...πίνω μια γερή δόση οινοπνεύματος και καραμελοχρώματος και αμέσως γεμίζω πάλι το ποτήρι για να αισθάνομαι ασφάλεια...και ξαναπίνω αμέσως... για να αισθάνομαι ασφάλεια ενώ είμαι μόνος μου.
Βλέπω ένα κλουβί με έναν άνθρωπο μέσα... "εκλογική αποχή" "AMADEUS CASELLAS LIBERTAD" κτλ κτλ... Τα συνθήματα στους τοίχους επαναλαμβάνονται και εγώ συνεχίζω να πίνω ζιβανία κοιτώντας τον μαγαζάτορα να αρχίζει να μαζεύει τις καρέκλες... και τους πελάτες να φεύγουν. ... ....Δεν μπορώ ούτε τις λέξεις να γράψω σωστά τώρα.. αλλά πίνω πάλι γενναία..παίζει το "I'm still loving you" τζαζ του 50; ...και του 60 να'ναι δεν με ενδιαφέρει. Η χαλαρή του ατμόσφαιρα μου αρέσει. Ακούω τον ήχο από τα κέρματα που μετράει ο μαγαζάτορας και δεν μου αρέσει που πρέπει να φύγω σε λίγο. Τώρα κάθομαι όμως ακόμα εδώ, ανάμεσα στο σήμερα και στο χτές, ανάμεσα στο τώρα και το παρελθόν, ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος, ανάμεσα στην πράσινη γραμμή, ακούγοντας τζαζ και πίνω, πίνω ξανά και πάλι απ'την αρχή...
Έχω 2 μέρες να κοιτάξω τ'αστέρια...μου λείπουν, αλλά περισσότερο μου λείπεις εσύ...μ'άλλον πρέπει να φύγω σε λίγο. Πίνω άλλη μια ζιβανία και ετοιμάζομαι. Το μαγαζί κλείνει σιγά-σιγά...Δεν πειράζει...Θα βγω έξω και το πρώτο πράγμα που θα κάνω θα είναι να κοιτάξω τ'αστέρια και να φέρω στο μυαλό μου το πρόσωπό σου που τόσο αγαπώ. Γιατί κάθε στιγμή είναι ότι την αφήσουμε να γίνει, ότι δώσουμε τροφή στην φαντασία μας, να σιγοκαίει αργά αργά μες στην ψυχή μας... και τώρα(επιτέλους) βλέπω τους τοίχους να χορεύουν μπροστά μου. Νοιώθω το κεφάλι μου να μουδιάζει και τα δάχτυλά μου να μην μπορούν να κρατήσουν σωστά το στυλό... και η μουσική είναι τζαζ...σαν αυτή που άκουγε ο Κέρουακ όταν έκανε τα ταξίδια του... Και περιμένω...περιμένω...όπως ο κόσμος περιμένει τη γή να γυρίσει για να ξημερώσει μια νέα, καθαρή, λευκή, αμόλυντη μέρα...